ελληνικά λεξικό: Π: περπατάει

Hello-World

ελληνικά λεξικό: Π: περπατάει

Π: Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Υ Φ Χ Ψ Ω

περπατάει

Ο Παύλος περπατάει στην δουλειά κάπου κάπου, αλλά συνήθως οδηγάει. Αυτό τον μήνα πήγε δουλειά περπατώντας.

Το σχολείο είναι κοντά στο σπίτι της Σάντρας: αυτή περπατάει στο σχολείο. Ο Μάρκος ζει μακριά από το σχολείο: α