ελληνικά λεξικό: Π: πολύ

Hello-World

ελληνικά λεξικό: Π: πολύ

Π: Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Υ Φ Χ Ψ Ω

πολύ

Η Κατερίνα δεν μπορεί να φθάσει το βιβλίο γιατί είναι πολύ κοντή.

Αυτό το βιβλίο είναι πολύ ενδιαφέρον. Δεν μπορώ να σταματήσω να διαβάζω.

Ο ιερόνυμος είναι πολύ ηλικιωμένος. Είναι 99 χρόνων.

Αυτοί είναι πολύ φτωχοί. Δεν έχουν αρκετά για να φάνε, και δεν έχουν ζεστά ρούχα για να φοράνε.

Ο Πέτρος συνηθίζει να ξυπνάει στις 6:00, αλλά πρόσφατα άρχισε να ξυπνάει πολύ αργότερα.

Η Έμιλη είναι πολύ όμορφη. Έχει όμορφα μαλλιά, μεγάλα λαμπερά μάτια, ένα ευχάριστο χαμόγελο.

Το γεύμα ήταν πολύ φθηνό, ήταν μόνο $5 για δύο άτομα.

Κάτι που κοστίζε πολλά χρήματα είναι ακριβό. Ένα μερσεντές Μπενζ είναι πολύ ακριβό.

Το κλίμα στην έρημο είναι ξηρό, αλλά στην ζούγκλα είναι πολύ υγρό.

Η Μαρία νιώθει πάντα κουρασμένη επειδή δουλεύει πάρα πολύ.

Τα παιδιά διασκέδασαν την επίσκεψη τους στον ζωολογικό κήπο. Όλοι πέρασαν πολύ ωραία.

Η ζωή στην πόλη είναι πολύ διαφορετική από την ζωή στην εξοχή.

Έπεσα και τώρα ο αστράγαλος μου φούσκωσε. Πονάω πάρα πολύ.