ελληνικά λεξικό: Δ: δεσμό

Hello-World

ελληνικά λεξικό: Δ: δεσμό

Δ: Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Υ Φ Χ Ψ Ω

δεσμό

Ο Γιάννης έιναι άτυχος. Έχασε την δουλειά του, και η φιλενάδα του τερμάτισε τον δεσμό τους.